Μαρία Routchine (1883-1918)
Η Μαρία Routchine, εβραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε στην Οδησσό της – τότε Ρωσίας και σημερινής –  Ουκρανίας, την 25η Νοεμβρίου 1883. Σε πολύ μικρή ηλικία μετανάστευσε με την οικογένειά της στο Παρίσι, όπου και εγκαταστάθηκε (1885) .
Σε ηλικία 15 ετών έμαθε να ζωγραφίζει και να σχεδιάζει και ειδικεύτηκε στη μελέτη των λουλουδιών. Ζωγράφιζε λουλούδια με αγάπη και αργότερα τα μελέτησε τόσο πολύ που γνώριζε όλες τις ποικιλίες με λεπτομέρεια. Γι’ αυτό και η ζωγραφική των λουλουδιών έγινε το επάγγελμά της.
Από πολύ νωρίς, εκδήλωσε την αγάπη της για τον άνθρωπο, ιδιαίτερα  δε για την κοινωνικά καταπιεσμένη γυναίκα, η οποία ήταν διαρκές αντικείμενο του ενδιαφέροντος και της συμπόνιας της. Και ήταν ακριβώς αυτή  η λαχτάρα από Αγάπη για τον Άνθρωπο και την Ανθρωπότητα, που οδήγησε την Μαρία και την ύψωσε πνευματικά τόσο, ώστε να λάβει την ιδιαίτερη Χάρη μιας νέας  Αποκάλυψης από ανώτατη πνευματική πηγή, αποκάλυψη την οποία κατέγραψε, οργάνωσε και  προσέφερε στην Ανθρωπότητα με το Έργο της.
Συνδέθηκε (1906?) με  τον Ευγένιο Ντυπρέ, Γάλλο Μηχανικό Σχεδιαστή, με τον οποίο και παντρεύτηκε  στο Κάιρο της Αιγύπτου (1908), όπου και εγκαταστάθηκε πλέον οικογενειακώς. Στο Κάιρο, οι Ντυπρέ συνάντησαν (1910) τον Δημήτριο Σεμελά, επιφορτισμένο με την ιερή κληρονομιά και διαδοχή της Ανατολικής ΡοδοΣταυρικής Παραδόσεως («Αδελφοί της Ανατολής»), και ανέπτυξαν βαθύτατους πνευματικούς δεσμούς και συνεργασία μαζί του.
Μετά από  αλλεπάλληλες πνευματικές συλλήψεις, κατά την περίοδο 1913-1915, η Μαρία διαμόρφωσε την προσωπική της δοξασία, υποδεικνύοντας τα αίτια, αλλά και την θεραπεία της ανθρώπινης δυστυχίας, ατομικής και συλλογικής. Tην δοξασία της αυτή συνόψισε στο σύνθημα:
«Τελειοποιήστε τον Άνθρωπο για να ευημερήσει η Κοινωνία».
Για την διαχείριση και πραγματοποίηση της κρίσιμης όσο και επαναστατικής αυτής συλλήψεως, η Μαρία ίδρυσε το Τάγμα του Κρίνου και του Αετού, στο Κάιρο της Αιγύπτου, στις 6/19 Ιανουαρίου 1915, με την συμπαράσταση του Δημητρίου Σεμελά και ενώπιον τριών μαθητών της και μαρτύρων της επίσημης εκείνης πράξεως, τους ελληνικής καταγωγής: Αντώνιο Χατζηαποστόλου, Νικόλαο Κονταρό και Γεώργιο Αγάθο, τους οποίους και όρισε πρώτους διοικητές του Έργου της.
Αμέσως μετά (4 Φεβρ. 1915), επέστρεψε στο εμπόλεμο Παρίσι, όπου ο σύζυγός της Ευγένιος ήταν στρατευμένος, απ’ όπου πλέον εργάζεται ακατάπαυστα «Από Αγάπη και για την Αγάπη της Ανθρωπότητας», μεταδίδοντας εξαιρετικά εμπνευσμένες Διδασκαλίες προς τους μαθητές της στο Παρίσι, το Κάιρο και την Αθήνα.
Με τον πρόωρο θάνατό της από βαριά και σύντομη ασθένεια, στο Παρίσι, την 30η Ιανουαρίου 1918, ημέρα ανηλεούς και απάνθρωπου βομβαρδισμού του άμαχου πληθυσμού από τα γερμανικά αεροπλάνα, σε ηλικία μόλις 34 ετών, η Μαρία Routchine-Dupré άφησε στον μεν σύζυγό της Ευγένιο τα τρία της μικρά παιδιά:
τον André-Louis (8 ετών), την Blanche (5 ετών) και την Jeanne (3 ετών), στην δε ανθρωπότητα  ένα εξαιρετικά σημαντικό και κρίσιμο για την εποχή μας πνευματικό Έργο.
Το Έργο αυτό συμπλήρωσε στην συνέχεια (1919-1924) ο Δημήτριος Σεμελάς  και συνεχίζουν  μέχρι σήμερα οι πιστοί Μαθητές της.